Ταιζέ 21 Μαΐου 2005
Στην οικογένεια και σε όλους όσους αγάπησαν τον Paul Ricoeur, θα ήθελα να πω ότι, με τους αδελφούς μου, μοιραζόμαστε τη θλίψη, με την έμπιστη αναμονή της ανάστασής μας.
Εδώ και πενήντα χρόνια, ήρθε στο Ταιζέ επανειλημμένα, εκτιμήσαμε τόσο την ευρεία μόρφωσή του, την ικανότητα να εκφράζει τις αξίες του Ευαγγελίου στις σημερινές καταστάσεις. Συχνά μας βοήθησε να στοχαστούμε και περισσότερο από μια φορά έχω αναφέρει, στα γράμματα προς τους νέους, μερικές εκφράσεις που είχε προφέρει πάνω σε σπουδαία για μας θέματα, όπως την έννοια και την αρχή του κακού. Μια μέρα μας είπε αυτές τις λέξεις: «Όσο ριζικό κι αν είναι το κακό, δεν είναι τόσο βαθύ όσο το καλό.»
Σήμερα μαζί σας θα ήθελα να προσευχηθώ: Εσύ, Χριστέ της συμπόνιας, μας δίνεις να παραμείνουμε σε κοινωνία με τον Paul Ricoeur, όπως με όλους τους άλλους που μας προηγήθηκαν και που μένουν τόσο κοντά στις καρδιές μας. Ήδη ατενίζουν το αόρατο. Στη συνοδεία τους μας ετοιμάζεις να δεχτούμε μια αντανάκλαση της λαμπρότητάς σου.
Κοντά σας, σε βαθειά κοινωνία.
Σας λέω την εμπιστοσύνη της καρδιάς μου – αδελφός Ροζέ, του Ταιζέ.
Εισβολές καλοσύνης
Τι ψάχνω να βρω στο Ταιζέ; Θα έλεγα ένα είδος πειράματος με αυτό που πιστεύω πιο βαθειά, να μάθω τι σχέση έχει αυτό που γενικά ονομάζουμε θρησκεία με την καλοσύνη. Είναι λίγο ξεχασμένη, ιδιαίτερα σε μερικές παραδόσεις του χριστιανισμού. Θέλω να πω ότι υπάρχει ένα είδος αποκλεισμού, αναδίπλωσης πάνω στην ενοχή και το κακό. Όχι πως υποτιμώ αυτό το πρόβλημα, που με έχει απασχολήσει για πολλές δεκαετίες. Αλλά, αυτό που κατά κάποιο τρόπο έχω ανάγκη να επαληθεύσω, είναι ότι όσο ριζικό κι’ αν είναι το κακό, δεν είναι τόσο βαθύ όσο το καλό. Και εάν η θρησκεία, οι θρησκείες, έχουν μια έννοια, είναι να απελευθερώσουν το βάθος καλοσύνης των ανθρώπων, να τη ψάξουν εκεί που έχει κρυφτεί. Εδώ στο Ταιζέ, βλέπω τις εισβολές καλοσύνης μέσα στην αδελφότητα μεταξύ των αδελφών, μέσα στην ήσυχη, διακριτική, φιλοξενία τους, και μέσα στη προσευχή, όπου βλέπω χιλιάδες νέων που δεν έχουν την αρθρωμένη σύλληψη του καλού και του κακού, του Θεού, της χάρης, του Ιησού Χριστού, αλλά που έχουν μια βασική τάση προς τη καλοσύνη.
Η γλώσσα της λειτουργικής
Είμαστε καταπιεσμένοι από ομιλίες, πολεμικές, από την έφοδο του εικονικού, σήμερα υπάρχει κάπως μια θολή περιοχή, και πρέπει να απελευθερώσουμε, να σώσουμε αυτή τη βαθειά πεποίθηση: η καλοσύνη είναι πιο βαθειά από το βαθύτερο κακό. Αυτό δεν πρέπει μόνον να το αισθανόμαστε, αλλά να του δώσουμε μια γλώσσα, και η γλώσσα που έχει δοθεί στο Ταιζέ, δεν είναι η γλώσσα της φιλοσοφίας, ούτε και της θεολογίας, αλλά η γλώσσα της λειτουργικής. Και για μένα, η λειτουργική δεν είναι μόνον δράση, είναι μια σκέψη. Υπάρχει μια κρυμμένη θεολογία, διακριτική, στη λειτουργική, που συνοψίζεται σ’ αυτή την ιδέα ότι «ο νόμος της προσευχής είναι ο νόμος της πίστης».
Από τη διαμαρτύρηση στη μαρτυρία
Θα έλεγα ότι η υπόθεση της αμαρτίας κάπως έχει μετατοπιστεί από το κέντρο από άλλη υπόθεση, σε μια έννοια ίσως πιο βαριά, που είναι η υπόθεση της έννοιας και της μη-έννοιας, του παράλογου (…) Ανήκουμε στον πολιτισμό που πράγματι σκότωσε το Θεό, δηλαδή που έκανε να υπερισχύσει το παράλογο και η μη-έννοια πάνω στην έννοια. Νομίζω ότι αυτή είναι μια βαθιά διαμαρτυρία, και χρησιμοποιώ τη λέξη διαμαρτύρηση σαν πολύ κοντινή στη μαρτυρία. Θα έλεγα τώρα ότι η μαρτυρία προέρχεται από τη διαμαρτύρηση, και ότι η άβυσσος, το παράλογο, ο θάνατος, δεν είναι η τελευταία λέξη. Και λοιπόν αυτό φτάνει την υπόθεσή μου της καλοσύνης, γιατί η καλοσύνη δεν είναι μόνον η απάντηση στο κακό, αλλά επίσης είναι η απάντηση στη μη-έννοια. Μέσα στη λέξη διαμαρτύρηση, υπάρχει η λέξη μάρτυρας: δια-μαρτύρεσαι, πριν από το να μπορείς να μαρτυρείς. Θα έλεγα ότι στο Ταιζέ γίνεται η πορεία από τη διαμαρτύρηση στη μαρτυρία, και αυτός ο δρόμος περνάει από αυτό που έλεγα μόλις τώρα: το νόμο της προσευχής, το νόμο της πίστης. Γιατί η διαμαρτύρηση βρίσκεται ακόμα σε αρνητικό πλαίσιο: λέμε όχι στο όχι. Και εκεί πρέπει να πούμε ναι στο ναι. Υπάρχει λοιπόν ένα πήγαινε-έλα από τη διαμαρτύρηση στη μαρτυρία. Και νομίζω ότι αυτό γίνεται με τη προσευχή. Με συγκίνησαν ιδιαίτερα το πρωί οι ύμνοι, αυτές οι προσευχές, οι επικλήσεις: «Ω Χριστέ…» Δηλαδή δεν είμαστε στη περιγραφή, ούτε στην διαταγή, αλλά μέσα στην προτροπή και στην επευφημία ! Και νομίζω ότι το να επευφημούμε την καλοσύνη είναι ο βασικός ύμνος.
«Ποιος θα μας διδάξει την ευτυχία;»
Αγαπώ πολύ τη λέξη ευτυχία. Για πολύ καιρό νόμιζα ότι ή ήταν πάρα πολύ εύκολο ή πάρα πολύ δύσκολο να μιλάει κανείς για ευτυχία. Και ξεπέρασα αυτή την αιδώ. Ή μάλλον την εμβαθύνω, αυτή την αιδώ, εν όψει της λέξης ευτυχία. Την παίρνω με όλες τις ποικιλίες της σημασίας της, περιλαμβανομένης και αυτής των μακαρισμών. Θα έλεγα ότι η συνταγή της ευτυχίας είναι: «Μακάριος εκείνος…» Τότε την ευτυχία την χαιρετώ σαν μια «ευ-γνωμοσύνη», με τρεις έννοιες: την αναγνωρίζω σαν δική μου, την παραδέχομαι σε κάποιον άλλο, και έχω ευγνωμοσύνη για ότι από αυτή γνώρισα, αυτές τις μικρές ευτυχίες, μεταξύ των οποίων αυτές της μνήμης, για να με γιατρέψουν από τις μεγάλες θλίψεις της λησμονιάς. Και εκεί είμαι μαζί φιλόσοφος, που τρέφεται από τους Έλληνες, και αναγνώστης της Βίβλου και του Ευαγγελίου, όπου μπορούμε να παρακολουθήσουμε τη πορεία της λέξης ευτυχία και στις δύο εκδοχές. Γιατί το καλύτερο της ελληνικής φιλοσοφίας είναι μια σκέψη πάνω στην ευτυχία, η λέξη ευδαιμονία – έχουν μιλήσει για φιλοσοφικό ευδαιμονισμό ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης – και συμφωνεί πολύ καλά με τη Βίβλο. Σκέπτομαι ξαφνικά την αρχή του 4ου ψαλμού: « Ποιος θα μας δείξει το καλό, την ευτυχία;» Είναι μια ερώτηση λίγο ρητορική, μα που έχει την απάντησή της στους Μακαρισμούς. Και οι Μακαρισμοί είναι ο ορίζοντας της ευτυχίας μιας ζωής κάτω από το γνώρισμα της καλοσύνης, γιατί η ευτυχία δεν είναι απλά αυτό που δεν έχω, αυτό που ελπίζω να έχω, αλλά επίσης εκείνο που έχω γευθεί.
Τρεις όψεις της ευτυχίας
Πρόσφατα, αναλογιζόμουν τις όψεις της ευτυχίας στη ζωή. Θα έλεγα ότι όσον αφορά τη δημιουργία, αυτό το ωραίο τοπίο που είναι μπροστά μου, η ευτυχία είναι ο θαυμασμός. Και ύστερα, δεύτερη όψη, είναι ως προς τους άλλους, στην αναγνώριση των άλλων και σύμφωνα με το νυφικό μοντέλο του Άσματος των ασμάτων: είναι η αγαλλίαση. Κατόπιν, τρίτη όψη της ευτυχίας, στραμμένη προς το μέλλον, είναι η «αναμονή» : περιμένω ακόμα κάτι από τη ζωή. Ελπίζω ότι θα έχω το κουράγιο προς στη δυστυχία που δεν γνωρίζω, αλλά περιμένω ακόμα την ευτυχία. Χρησιμοποιώ τη λέξη «αναμονή», θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω κάποια άλλη, αναφέρομαι στη πρώτη επιστολή προς Κορινθίους, στο κεφάλαιο που προηγείται του περίφημου 13ου κεφαλαίου πάνω στην αγάπη που περιλαμβάνει τα πάντα, που συγχωρεί τα πάντα, κλπ. Το προηγούμενο κεφάλαιο αρχίζει : «Ο ζήλος σας να στρέφεται προς τα σημαντικότερα χαρίσματα.» Θα έλεγα ότι είναι η ευτυχία της προσμονής που συμπληρώνει την ευτυχία της αγαλλίασης και την ευτυχία του θαυμασμού.
Μια χαρούμενη υπηρεσία
Εδώ, αυτό που μου κάνει κατ’ αρχήν εντύπωση σε όλες τις μικρές καθημερινές διακονίες της λειτουργικής, στις κάθε είδους συναντήσεις, στα δείπνα, στις συζητήσεις, είναι η απόλυτη απουσία σχέσεων κυριαρχίας. Έχω καμιά φορά την εντύπωση ότι, σ’ αυτό το είδος της σιωπηλής και υπομονετικής συνέπειας όλων των πράξεων των μελών της κοινότητος, όλοι υπακούν χωρίς κανείς να διατάζει. Από αυτό απορρέει μια εντύπωση χαρούμενης υπηρεσίας, πώς να την χαρακτηρίσω, υπακοής που αγαπά, ναι υπακοής που αγαπά, που είναι λοιπόν ακριβώς το αντίθετο από μια υποταγή και το ακριβώς αντίθετο από μια περιπλάνηση. Αυτή η οδός συνήθως στενή μεταξύ αυτού που ονομάζω υποταγή και περιπλάνηση είναι εδώ πλήρως εφοδιασμένη από την κοινοτική ζωή. Είναι αυτό που εμείς, που συμμετέχουμε , - όχι αυτοί που παρευρίσκονται, αλλά που συμμετέχουν -, όπως νομίζω ότι υπήρξα και είμαι και τώρα εδώ, επωφελούμαστε. Επωφελούμαστε από αυτή την υπακοή που αγαπάει που έχουμε ακριβώς απέναντι στο παράδειγμα που μας δίνεται. Η κοινότητα δεν επιβάλλει ένα είδος μοντέλου που φοβερίζει, αλλά πώς να πω, ένα είδος φιλικής προτροπής. Μου αρέσει αυτή η λέξη της προτροπής γιατί δεν είμαστε στο πλαίσιο της εντολής, και ακόμα λιγότερο της καταπίεσης, αλλά δεν είμαστε ούτε στο πλαίσιο της δυσπιστίας και του δισταγμού, που είναι σήμερα ο κλήρος της ζωής στα επαγγέλματα, στη ζωή της πόλης, στην εργασία όπως και στη διασκέδαση. Είναι αυτή η μοιρασμένη ηρεμία που για μένα αντιπροσωπεύει την ευτυχία της ζωής κοντά στη κοινότητα του Ταιζέ.